Ὁ Ἱερός Ναός Ταξιαρχῶν Αἰγίου, φέρεται νά προϋπῆρχε τοῦ ἔτους 1700, καθώς ἀναφέρεται στό Ἑνετικό κτηματολόγιο τῆς Βοστίτσας (Αἰγίου), ἀλλά δέν γνωρίζομε τήν ἀκριβῆ χρονολογία τῆς κατασκευῆς του. Κατά πως φαίνεται, τήν ἱστορική πορεία του ἀρχίζει ἀρκετά ἔτη πρό τῆς προμνησθήσης, ἀλλά ἡ σεισμικότητα τῆς περιοχῆς, ἐπέφερε σ’ αὐτόν πολλές "πληγές" σέ περιόδους ἐκδηλώσεως ἔντονης σεισμικῆς δραστηριότητας. Οὕτω πως, δικαιολογεῖται ἡ ἐκ νέου θεμελίωσή του τό 1712 καί ἡ ὁλοκλήρωση τῶν ἔργων ἔγινε τό 1718, συμφώνως μέ τήν ἐπιγραφή ἡ ὁποία ὑπάρχει τοποθετημένη ὑπεράνω τῆς εἰσόδου τοῦ ναοῦ ἀναφέρουσα ὅτι: «ἀνηγέρθη ἐκ βάθρων ὁ Θεῖος οὗτος καί πάνσεπτος ναός τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν, διά δαπάνῃ ἐμοῦ τοῦ ἐλαχίστου Νικολάου Συρικοπούλου, Ἔτος 1718, Ἀπριλίου 15». Ἔκτοτε καταστράφη ἀπό πυρκαϊά κατά τήν ἐποχή τῆς Τουρκικῆς ὑποδουλώσεως τῆς χώρας μας καί ἐπανακτίστηκε ἐξ ἀρχῆς. Οἱ δύο μεγάλοι σεισμοί πού ἔγιναν τόν 19ο αἰώνα, ἐπέφεραν ἐπ’ αὐτοῦ σημαντικές ζημιές. Ἡ ἐκ νέου ἀνακαίνιση ἄρχισε τό 1840 καί ἐπαναλήφθηκε τό 1896. Ὁ ναός κοσμεῖται ἀπό πολλές ἁγιογραφίες τοῦ διάσημου ἁγιογράφου Κωνσταντίνου Φανέλλη, ὁ ὁποῖος ἔχει διακοσμήσει καί τό ὑπάρχον τέμπλο τοῦ ναοῦ.Στήν πόλη μας, ἰδίως τά παλαιότερα χρόνια – πρό τριῶν ἤ ἀκόμη καί τεσσάρων δεκαετηρίδων – οἱ πολίτες εἶχαν ὡς κύριο γνώρισμα τόν χωρισμό τους μέ βάση τίς ὑπάρχουσες ἐνορίες. Μεταξύ αὐτῶν, πρωτεύουσα θέση κατεῖχαν, οἱ «Ταξιαρχίτες», γνωστοί διά τήν ὅλως ἰδιαιτέρα ἀγάπη τους πρός τήν ἐνορία των, τήν ἀδιάπτωτη εὐλάβεια πρός τούς «Οὐράνιους Στρατηγούς, Μιχαήλ καί Γαβριήλ» καί τόν σεβασμό των πρός τούς ὑπηρετοῦντες ἐφημερίους, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας διά κανένα λόγο δέν ἀπουσίαζαν κατά τάς Κυριακές καί ἑορτές, καί καθένας εἶχε καί τήν δική του θέση ἐντός τοῦ ναοῦ, σεβόμενοι ὁ ἕνας τήν ἐπιλεγμένη θέση ἤ τό στασίδι τοῦ ἄλλου. Ὅμως οἱ ἱερεῖς - ἐφημέριοι τοῦ ναοῦ πρωτίστως, ἀλλά καί τά μέλη τῶν ἑκάστοτε ἐκκλησιαστικῶν συμβουλίων, ἀντιμετώπιζαν κατά καιρούς προβλήματα συναθροίσεως τῶν ἐνοριτῶν, διότι πέραν τοῦ κυρίως ναοῦ, δέν ὑπῆρχε στέγη διά τίς ἐν λόγῳ συνάξεις, ἤ χῶρος διά γραφεῖο, ἀλλά καί ἀποθήκη διά τά σκεύη καί τά διάφορα εἴδη τά ἀπαιτούμενα διά τήν εὔρρυθμη λειτουργία καί τέλεση τῶν μυστηρίων ἤ ἰδιαιτέρων ἱερῶν ἀκολουθειῶν (π.χ. ἐξεδρῶν). Ἀδήριτος προέκυψε ἡ ἀνάγκη ὑπάρξεως ἑνός εἰδικοῦ χώρου, ἀλλά τό πρόβλημα χρόνιζε παραμένοντας ἄλυτο ἤ δυσεπίλυτο, παρά τίς ἄοκνες καί συνεχιζόμενες προσπάθειες ὅλων τῶν ἐμπλεκομένων. Ἡ πραγματικότητα ἦταν, ὅτι ὁ περικαλλής Ναός τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν μέ τόν περιβάλλοντα χῶρο καί τούς περιποιημένους κήπους του, εὑρισκόμενος στό κέντρο τῆς πόλεως καί περιστοιχιζόμενος ἀπό οἰκίες παλαιῶν Αἰγιαλαίων πολιτῶν καί καταστημάτων, ἀντιμετώπιζε τό προαναφερθέν πρόβλημα καί λύση ἐπ’ αὐτοῦ δέν φαινόταν στόν ὁρίζοντα. Οἱ εὐγενεῖς καί εὐλαβεῖς ἀναζητήσεις, προσέκρουαν σέ τοίχους ἀρνήσεων, ἄλλοτε λογικῶν καί ἄλλοτε παραλόγων αἰτιάσεων. «Ὅπου γάρ βούλεται Θεός νικᾶται φύσεως τάξις» λέγει ὁ ὑμνωδός. Καί τοῦτο ἦλθε νά ἐπαληθευθῇ διά μία εἰσέτι φορά καί στήν προκειμένη περίπτωση. Τό ἔτος 1992, μόλις πρό ὀλίγου εἶχε ἀρχίσει νά προσμετρᾷ τίς ἡμέρες του, συμπληρώνοντας τόν πρῶτο του μῆνα. Ἦταν ἡμέρα Τρίτη, Φεβρουαρίου 4η, 1992. Τό συνελθόν τήν ἡμέρα αὐτή Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο τοῦ Ναοῦ, ἀποτελεῖτο ἀπό τούς: 1. Αιδεσιμολογιώτατο ἱερέα π. Δαμιανό Σταυρίδη ὡς Πρόεδρο, καί τούς: α) κ. Ἀλέξανδρο Θανασούλια, καί τούς ἀειμνήστους, β) Ἰωάννη Θεοτοκᾶτο, γ) Τάκη Καπελλᾶκο, δ) καί Ἰωάννη Κυριαζόπουλο, οἱ ὁποῖοι ἔλαβαν ἀπροσδόκητο διπλό εὐχάριστο μήνυμα, κομιστής τοῦ ὁποίου ἦταν, ὁ ἐκ τῶν ἀποτελούντων τό Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο, κ. Ἀλέξανδρος Θανασούλιας. Λαμβάνοντας τόν λόγο γνωστοποίησε στούς ὑπολοίπους, ὅτι ἡ κάτοικος Ἀθηνῶν καί ἀπό μακροῦ χρόνου φίλη τῆς οἰκογένειάς του - ἀείμνηστη - Πηνελόπη (Πόπη) χήρα Ἀντωνίου Χατζημάρκου, τό γένος Γεωργίου καί Αἰκατερίνης Παπαδοπούλου, κατόπιν συζητήσεως μαζί του (μέ τόν κ. Ἀλέξανδρον Θανασούλιαν) δέχθηκε νά πραγματοποιήσει ΔΩΡΕΑ πρός τόν Ναό, ὕψους εἴκοσι ἑκατομμυρίων δραχμῶν (20.000.000 δρχ.). Εὐλογημένη ἡ στιγμή, διότι ἀπέναντι ἀπό τόν περίβολο τοῦ ναοῦ βρισκόταν διώροφη κατοικία ἡ ὁποία ἐπωλεῖτο στό ποσόν τῆς δωρεᾶς. Τοῦτο ἦταν τό διπλό εὐχάριστο μήνυμα τό ὁποῖο ἐκόμισε ὁ κ. Ἀλέξανδρος Θανασούλιας. Δηλαδή, ἡ - ἀείμνηστη - Πηνελόπη χήρα Ἀντωνίου Χατζημάρκου, τό γένος Παπαδοπούλου, θά ἀγόραζε τήν διώροφη οἰκία μετά τῶν παραρτημάτων της καί θά τήν ἐδώριζε διά νά κτισθεῖ τό ἀναγκαῖο οἴκημα διά τίς ἀνάγκες τοῦ ναοῦ. Τοῦτο σήμερα εἶναι τό γνωστό σέ ὅλους ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ, εἰς μνήμην τοῦ πατρός της δωρητρίας, Γεωργίου Παπαδοπούλου. Ἡ βούληση αὐτή τῆς ἀειμνήστου Πηνελόπης (Πόπης) Χατζημάρκου ἔγινε δεκτή μέ μεγάλη χαρά, ἄφατη εὐγνωμοσύνη καί ἀποφασίσθηκε ὁμόφωνα, νά ἀναγραφεῖ τό ὄνομά της ἐπί τῆς μαρμάρινης πλάκας τῶν εὐεργετῶν τοῦ Ναοῦ. Στό τέλος τῶν χαρμοσύνων μηνυμάτων, τό Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο ἐξουσιοδότησε τόν κ. Ἀλέξανδρο Θανασούλια, ὅπως τό ἐκπροσωπήσει στίς ἀναγκαῖες γραφειοκρατικές ἐνέργειες ἀποδοχῆς τῆς δωρεᾶς, ἀλλά καί στίς ἀπαιτούμενες διεργασίες πραγματώσεως τοῦ ἔργου. Ἄμεσα ἦλθε σέ συνεννόηση μέ τήν Ἀρχιτέκτονα κ. Μαρία Θεοδώρου καί τόν Ὑπομηχανικό κ. Παναγιώτη Καλαμιώτη, καί ἄρχισαν νά τρέχουν οἱ διαδικασίες ἐκτελέσεως τοῦ ἔργου. Ἡ πολεοδομική ἄδεια ἐξεδόθη καί ἔλαβε τόν ἀριθμόν 447/92 (6η-11-1992) καθώς καί ἡ ἔγκριση ὅλων τῶν σχεδίων τοῦ οἰκοδομήματος. Ἡ ἀείμνηστη Πηνελόπη Χατζημάρκου καθημερινῶς ἔβλεπε τήν ἐπιθυμία της νά πραγματώνεται καί σεμνῶς ΄΄ἀπελάμβανε΄΄ τήν πρός αὐτήν ἐκδηλουμένη διά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Ἀμβροσίου εὐγνωμοσύνη τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἐφημερίων τοῦ φερωνύμου Ἱεροῦ Ναοῦ, μακαριστοῦ π. Κωνσταντίνου Ντρέκη, τῶν σύν αὐτῷ Αἰδεσιμολογιωτάτων πατέρων, π. Δαμιανοῦ Σταυρίδη καί π. Χαραλάμπους Καρακάση, ὡς καί τῶν πολιτῶν τοῦ Αἰγίου καί ὅλως ἰδιαιτέρως τῶν ἐνοριτῶν τῶν Ταξιαρχῶν, «τῶν Ταξιαρχιτῶν.» Ἡ πρόοδος τῶν ἐργασιῶν ὑπῆρξε ταχυτάτη καί λίαν συντόμως ὁ Ἱερός Ναός Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Αἰγίου, ἀποκτοῦσε τό δικό του Πνευματικό Κέντρο ὑπό την ἐπωνυμία - κατά τήν ἐκδηλωθεῖσαν ἐπιθυμία τῆς δωρητρίας, «ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΕΙΟΝ ΕΝΟΡΙΑΚΟΝ ΚΕΝΤΡΟΝ.» Τό ὅλο οἰκοδόμημα ἀποτελεῖται ἀπό ἀποθήκη, ὑπόγειο, ἰσόγειο καί ὅπως προαναφέραμε, ὄροφο λειτουργούντα ὡς Πνευματικό καί Ἐνοριακό Κέντρο, συνολικῆς ἐπιφανείας, περίπου 250 μ2. Ὁ εἰσερχόμενος στήν αἴθουσα, ἀμέσως λαμβάνει γνώση τίνος δῶρο ὑπῆρξε καί μακαρίζει τήν δωρήτρια, ὅταν τό βλέμμα του συναντᾷ ἀπροσκόπτως τήν ἐντειχισμένη μαρμάρινη πλάκα, εἰς Αἰώνιον Μνήμην αὐτῆς. Φθάνοντας στό τέλος τῆς συντόμου αὐτῆς ἀναφορᾶς μας διά το «ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΕΙΟ» ὀφείλομε νά σημειώσωμε ὅτι κατά τήν ἐκτίμηση τῶν ἐργασθέντων διά τήν ἀνοικοδόμησή του, τό κόστος του σέ σημερινές τιμές ἔφθασε τό ποσό τῶν 450.000,00 ἕως 550.000,00 Εὐρώ. [gallery ID=1 category ID=30]