Λίστα αντικειμένων

Διδάχτηκε τα Εγκύκλια μαθήματα στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Στη συνέχεια ενεγράφη στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών απ’ όπου αποφοίτησε τον Οκτώβριο του 1910.
Από τη νεαρή του ηλικία συνδέθηκε με πνευματική φιλία με τον συμπατριώτη του, τον εκ Δημητσάνης μετέπειτα Μητροπολίτη Φθιώτιδος (από το 1914 έως το 1932) Ιάκωβο Παπαϊωάννου.
Ο Μακαριστός Θεόκλητος αρχικώς εκάρη Μοναχός. Το Σεπτέμβριο του 1914 εχειροτονήθη εις Διάκονον υπό του Φθιώτιδος Ιακώβου και την 8η Σεπτεμβρίου 1917 εις Πρεσβύτερον υπό του ιδίου Μητροπολίτου, στην Ιερά Μονή Δαμάστας.
Κατά τα πρώτα έξι έτη του Ιερατικού του Σταδίου, παράλληλα με τα Εφημεριακά καθήκοντά του, διετέλεσε πλησίον του Ιακώβου Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος.
Από τις 21 Ιουλίου 1923 υπηρέτησε ως Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος μέχρι την 1η Νοεμβρίου 1924, ημέρα κατά την οποία χειροτονήθηκε εις Τιτουλάριο Επίσκοπο της Πάλαι Ποτέ Διαλαμψάσης Επισκοπής Σταυρουπόλεως ενώ διορίστηκε Βοηθός Επίσκοπος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών αλλά και Βοηθός παρά τον τότε Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο.
Την ίδια ημέρα (την 12η Φεβρουαρίου 1931) κατά την οποία ετέθη σε ισχύ η παραίτησις του Τιμοθέου Αναστασίου από το Θρόνο της Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, Μητροπολίτης κατεστάθη ο Θεόκλητος Παναγιωτόπουλος. Το Μάρτιο του ιδίου έτους εγκαταστάθηκε στο Αίγιο και ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Ο μακαριστός Θεόκλητος ποίμανε τη Θεόσωστο Επαρχία μας σε καιρούς από τους πλέον δυσχερείς. Υπήρξε «ο Μητροπολίτης της Κατοχής». Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατακτήσεως του τόπου, ο μακαριστός ανέπτυξε πατριωτική και ανθρωπιστική δράση, η οποία ευθύς αμέσως αναγνωρίστηκε από όλους, γι’ αυτό και έχαιρε κατά τους δυσχερείς εκείνους καιρούς ιδιαιτέρας υπολήψεως και σεβασμού. Χάρη στην παρέμβαση του Θεοκλήτου -παραμένει ιστορικώς τεκμηριωμένο- οι Γερμανοί δεν επανέλαβαν στην πόλη του Αιγίου, όπως αληθώς σχεδίαζαν, τις αιμοσταγείς φρικαλεότητες της Σφαγής των Καλαβρύτων της 13ης Δεκεμβρίου 1943.
Κατά το πρώτο χρονικό διάστημα της Αρχιερατείας του, ο Θεόκλητος διέμεινε στο ισόγειο της οικίας του Ιωάννου Οικονομόπουλου επί της οδού Ρήγα Φεραίου, όπου στεγάζονταν η κατοικία και τα Γραφεία της Ιεράς Μητροπόλεως από την εποχή του προκατόχου του Τιμοθέου.
Μία από τις πρώτες ενέργειες του μακαριστού αμέσως μετά την εγκατάστασή του στο Αίγιο, ήταν η αγορά τού επί των οδών Αιγιαλέως και Μελετοπούλων διπλής προσόψεως διωρόφου αρχοντικού, ιδιοκτησίας του Ανδρέου και της Αικατερίνης Τριανταφυλλοπούλου με καταγωγή από το Ζευγολατιό της Κορινθίας. Ο Θεόκλητος ανασκεύασε το οίκημα και το επεξέτεινε προς βορράν, με τη διαμόρφωση του άνω ορόφου σε Επισκοπική Κατοικία και του ισογείου σε Γραφεία. Στο οίκημα αυτό διέμεινε ο μακαριστός διακονούμενος από τον αείμνηστο Νικόλαο Ντρέκη, Πρωτοπρεσβύτερο και Προϊστάμενο του Ιερού Προσκυνήματος της Παναγίας Τρυπητής και μετέπειτα του Μητροπολιτικού Ναού της Φανερωμένης, ο οποίος υπηρέτησε παρά τον Θεόκλητο ως Γραμματεύς της Μητροπόλεως και ως Αρχιερατικός Επίτροπος και από τον επίσης αείμνηστο Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη Θεόκλητο Παπαζαφείρη, μετέπειτα Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Ταξιαρχών Αιγιαλείας, ο οποίος υπηρέτησε κοντά στον Θεόκλητο ως Οικονόμος. Το 1982 ο Γέρων Μητροπολίτης πρώην Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Αμβρόσιος ανήγειρε στη θέση του οικήματος εκείνου σύγχρονο διώροφο κτήριο, το ισόγειο του οποίου φιλοξενεί την Αίθουσα του Θρόνου της Ιεράς Μητροπόλεως ενώ στον όροφο στεγάζεται το Εκκλησιαστικό Μουσείο Αιγίου.
Το 1943 (ένα χρόνο πριν από την αναχώρησή του για την Πάτρα) ο μακαριστός Θεόκλητος αγόρασε τη γείτονα -επί της οδού Μελετοπούλων 44- διώροφη αρχοντική κατοικία με κτήτορα τον Ασημάκη Μελετόπουλο -τελευταίο γόνο της ομώνυμης ιστορικής οικογένειας του Αιγίου- και με ιδιοκτήτη εκ κληρονομίας κατά την εποχή εκείνη, τη Μαρία, χήρα Επαμεινώνδα Χαραλάμπη.
Η οικία αυτή ανακαινίστηκε από τους δύο επόμενους διαδόχους τού Θεοκλήτου, τον Αγαθόνικο και το Γεώργιο. Από το 1958 λειτουργεί ως Μητροπολιτικό Μέγαρο και ως επίσημος κατοικία του εκάστοτε Ποιμενάρχου.
Στις 15 ή κατ’ άλλους στις 16 Νοεμβρίου 1944, ο Θεόκλητος Παναγιωτόπουλος μετετέθη στην Ιερά Μητρόπολη Πατρών την οποία ποίμανε θεοφιλώς μέχρι της αναρρήσεώς του στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο των Αθηνών, την 7η Αυγούστου 1957.
Εκοιμήθη ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος στη Βαρυμπόμπη της Αττικής στις 8 Ιανουαρίου 1962.
Η Εξόδιος Ακολουθία τελέστηκε στον Ιερό Καθεδρικό Ναό των Αθηνών την 11η Ιανουαρίου του ιδίου έτους. Ετάφη στο Πρώτο Κοιμητήριο Αθηνών.



