Λίστα αντικειμένων

Είναι αφιερωμένη στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανάσιο τον Μέγα και εορτάζει κάθε χρόνο στις 18 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του Aγίου και στις 2 Μαΐου, ημέρα ανακομιδής των ιερών λειψάνων του.
Το έτος ιδρύσεως της Μονής του Αγίου Αθανασίου, δεν είναι ιστορικώς εξακριβωμένο. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ότι είναι σύγχρονη τής Αγίας Λαύρας και του Αγίου Νικολάου Βλασίας. Ιδρύθηκε από Πελοποννήσιο μοναχό του Αγίου Όρους που επανήλθε στην πατρίδα του. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε πριν από 1000 και πλέον χρόνια.
Η ίδρυση της Αγίας Λαύρας τοποθετείται στα 961 επί αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, άρα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι και η Μονή του Αγ. Αθανασίου ιδρύθηκε την ίδια περίπου εποχή. Κατά την παράδοση, ή Μονή αρχικά εκτίσθη, δυτικά των Φιλίων, κοντά στο χωριό Σκοτάνη, επί του βουνού του Αγ. Αθανασίου στο οποίο άλλοτε βρισκόταν ο ναός της Κορίας Αθηνάς, της αρχαίας πόλεως του Κλείτορος, στα ερείπια του οποίου φαίνεται ότι κτίστηκε. Στη θέση αυτή υπάρχει ναός αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου.
Το βουνό Άγιος Αθανάσιος. Η ανωτέρω θέση εγκαταλείφθηκε, σε άγνωστο χρόνο, πιθανόν διότι η θέση αυτή ήταν άνυδρη, τραχιά και πετρώδης. Μεταφέρθηκε σε άλλη θέση βόρεια της τωρινής, πλησίον της λεγόμενης σπηλιάς του Δράγγου, όπου σώζονται ερείπια κελιών και αποθηκών. Η θέση αυτή ονομάζεται από τους κατοίκους της περιοχής, Παλιομονάστηρο.
Η θέση αυτή χρησιμοποιήθηκε αργότερα όταν η Μονή πλέον είχε μεταφερθεί στην σημερινή της θέση, ως μετόχιον. Οι λόγοι που οδήγησαν στην εγκατάλειψη και αυτής της θέσης είναι άγνωστοι. Πιθανόν να οφείλεται στο απόκρημνο του εδάφους, στην εγγύτητα προς την κοίτη του Αροανείου ποταμού, που θα καθιστούσε την διαμονή ανθυγιεινή λόγω της ελονοσίας που μάστιζε την περιοχή και διότι ήταν πλησίον της οδού Καλαβρύτων – Τριπόλεως και οι μοναχοί θα υφίσταντο συχνές ενοχλήσεις από τους διερχόμενους από τον δρόμο.
Τελικά η Μονή μεταφέρθηκε οριστικά στην σημερινή της θέση. Στο υπέρθυρο του καθολικού της Μονής αναγράφεται, επί εντειχισμένου μαρμάρινου λίθου, η χρονολογία αποπεράτωσης του ναού που με Ελληνικούς χαρακτήρες είναι «ΑΨΞΓ» που αντιστοιχεί στο έτος 1763. Αυτό σημαίνει ότι η Μονή είχε εγκατασταθεί στη θέση αυτή πριν από την ημερομηνία αυτή. Επίσης υπάρχει σωζόμενο έγγραφο αγοράς εκτάσεως, πλησίον του μύλου της Μονής, στην θέση Αγγελική, του 1770 που αποδεικνύει την παλαιότητά της.
Η Μονή ήταν κοινοβιακή. Το έτος 1652 ή 1653, ανακηρύχτηκε ως πατριαρχική και σταυροπηγιακή και της εδόθη ελευθερία και αυτονομία, από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παΐσιο Α΄. Σημειώνεται ότι, σταυροπηγιακές ήταν οι μονές που στα θεμέλιά τους είχε τοποθετηθεί σταυρός σταλμένος από τον Πατριάρχη.
Ως πατριαρχική, η Μονή υπαγόταν απευθείας στον Πατριάρχη και όχι στον οικείο μητροπολίτη. Το 1781 με νέο Πατριαρχικό σιγίλιο του Πατριάρχη Γαβριήλ του Δ΄, ανανεώθηκαν τα προνόμια της Μονής. Στην Μονή της Αγ. Λαύρας υπάρχει συνοδικό σιγίλιο, του 1798, γραμμένο σε περγαμηνή, του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, που ανανεώνει την ανακήρυξη του Παΐσιου και ορίζει την ετήσια εισφορά της Μονής προς το Πατριαρχείο, σε 105 γρόσια.
Η Μονή ήταν μικτή, δηλαδή σε αυτήν μόναζαν άνδρες και γυναίκες, οι οποίες διέμεναν μακριά από τους μοναχούς σε οίκημα που αργότερα μετατράπηκε σε στάβλο. Από έγγραφο (διαθήκη μοναχής) που υπάρχει, αποδεικνύεται ότι στην Μονή υπήρχαν μοναχές πριν από την επανάσταση του 1821.
Η ΜΟΝΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Μεγάλη υπήρξε η προσφορά της Μονής κατά την Επανάσταση του 1821 αφού αποτελούσε κέντρο ανεφοδιασμού και καταφύγιο για τους αγωνιστές που μάχονταν εναντίον των Τούρκων. Το 1822 η Μονή έδωσε στην Πελοποννησιακή Γερουσία 1000 γρόσια για την διεξαγωγή του αγώνα και λίγο αργότερα διέθεσε το ποσό των 6000 γροσίων, από την πώληση ενός μετοχίου της στην περιοχή της Πάτρας, προκειμένου να δαπανηθεί για τις ανάγκες του αγώνα. Μοναχός της υπήρξε ο ιεράρχης Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος που θανατώθηκε από τους Τούρκους τον Ιούνιο του 1821 στην Κωνσταντινούπολη. Με δικές του δαπάνες κατασκευάστηκε το 1819 και η κρήνη που διασώζεται μπροστά από το καθολικό της Μονής. Το καλοκαίρι του 1826 τα στρατεύματα του Ιμπραήμ πυρπόλησαν την Μονή και καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου της. Από τους 70 περίπου μοναχούς που είχε η Μονή πριν την Επανάσταση απέμειναν το 1830 μόνο επτά, ενώ τα χρέη της αυξάνονταν συνεχώς. Το 1850 ανέλαβε την διοίκηση της Μονής ο Φιλαίος ιερομόναχος Παρθένιος Χρόνης και κατάφερε να ανορθώσει τη Μονή τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και από πλευράς ανθρωπίνου δυναμικού, ανακαίνισε πλήρως την πυρολυθείσα Μονή, έκτισε αλώνια, στάβλους, φύτευσε διάφορα δέντρα καρποφόρα και μη και καλλιέργησε αμπελώνα. Μέχρι το θάνατό του, το 1875, οι μοναχοί ξεπέρασαν τους 60. Στη συνέχεια η Μονή άρχισε να παρακμάζει με αποτέλεσμα το 1928 να προσαρτηθεί ως μετόχι στη Μονή της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων.
Το 1905 είχε 29 μοναχούς και το 1920 είχε μόνον 7. Από το 1910 και μετά η Μονή παρακμάζει, λόγω του γήρατος των μοναχών και της μη προσελεύσεως νέων δοκίμων.
Το 1928 η Μονή διελύθη και προσαρτήθηκε στην Αγία Λαύρα ως μετόχι της.
Το αρχείο της Μονής, τα ιερά 19 λείψανα και τα τιμαλφή μεταφέρθηκαν εκεί. Μεταξύ των ετών 1930 και 1943 στη Μονή υπήρχαν δύο ή τρεις γέροντες μοναχοί.
Η ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ
Στις 25 Ιουνίου 1943 η Μονή λεηλατήθηκε από τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής, λίγες μέρες μετά την πυρπόληση του χωριού Φίλια από τα ίδια στρατεύματα. Μετά την λεηλασία οι Ιταλοί στρατιώτες έφυγαν με κατεύθυνση προς τα Φίλια, Στο δρόμο όμως δέχθηκαν επίθεση των ανταρτών, πού την απέδωσαν σε υποκίνηση μοναχών, έτσι γύρισαν πίσω, και πήραν μαζί τους τον ιερομόναχο και προηγούμενο π. Αμβρόσιο Παπαρηγόπουλο και τον γέροντα μοναχό Χριστόφορο Αναγνωσταρά για να τους οδηγήσουν στο χωριό. Ο π. Αμβρόσιος σκέφθηκε ότι οι Ιταλοί θα τους εκτελούσαν και αποπειράθηκε να δραπετεύσει, όμως δεν κατάφερε να καλυφθεί και έπεσε νεκρός από τα πυρά των Ιταλών.
Τον Αύγουστο του 1943 πέρασαν από την περιοχή οι Γερμανοί, οι οποίοι πυρπόλησαν την μονή η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς αλλά δεν κατέρρευσε ολόκληρη. Από την φωτιά δεν γλύτωσε ούτε ο ναός του Αγίου Αθανασίου όπου καταστράφηκε το ξυλόγλυπτο τέμπλο, τα στασίδια, τα άγια λείψανα, οι εικόνες, τα ιερά άμφια και τα λοιπά εκκλησιαστικά σκεύη.
https://www.kalavrytapress.gr/%CF%86%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%81%CF%84%CE%AC%CE%B6%CE%B5%CE%B9-%CF%83%CF%84%CE%B9%CF%82-2-%CE%BC%CE%B1%CE%90%CE%BF%CF%85-%CF%84%CE%BF-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA/

Έχει μήκος 115 βημάτων (70 μέτρων) και πλάτος 50. Περιλαμβάνει 60 δωμάτια από τα οποία 50 κελιά και 10 αποθήκες.
Μπροστά από αυτήν υπάρχει πλακόστρωτο προαύλιο και στο εσωτερικό της ευρύχωρη πλατεία πλάτους 25 και μήκους 60 περίπου βημάτων, αρχομένη από την είσοδο του ναού και εκτεινόμενη προς δυσμάς, εντός δε αυτής υπάρχει δεξαμενή όμβριων υδάτων.
Υπήρχε στην πλατεία συστάδα μεγάλων κυπαρισσιών κάτω από τα οποία, κατά την παράδοση, έχει ενταφιαστεί ο Μητροπολίτης Ανδρούσης Κωνστάντιος που μαζί με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τους προκρίτους της επαρχίας Καλαβρύτων, μετείχε στα γεγονότα της Αγ. Λαύρας κατά την επανάσταση του 1821.
Κατά μήκος της μεσημβρινής και βόρειας πλευράς της Μονής υπήρχαν εσωτερικώς μεγάλοι και πλατιοί εξώστες.
Ο ναός κοσμείται εξωτερικώς με 5 παλαιά Ροδιακά «πιάτα», εκ των οποίων τα δύο είναι εντοιχισμένα επί της προσόψεως και τα άλλα στην ανατολική πλευρά άνω της κόγχης αυτού. Ο ναός είχε ξυλόγλυπτο τέμπλο με πολλές εικόνες, μεταξύ των οποίων και αυτή του Αγ. Αθανασίου, όλα όμως αυτά κατεκάησαν κατά την πυρπόληση της Μονής κατά το έτος 1943 από τους Γερμανούς. Σήμερον υπάρχουν δύο μόνον παλαιές εικόνες στον ναό. Στη μία εικονίζονται η Αγία Τριάδα και οι Άγιοι Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, Κύριλλος, Νικόλαος, Αθανάσιος, Χαράλαμπος, Αγ. Παρασκευή και Ζωοδόχος Πηγή (Παναγία). Επί αυτής υπάρχει η επιγραφή.
Τα τελευταία έτη, με τις προσπάθειες της Αδελφότητας Φιλιωτών Καλαβρυτινών ο «Άγιος Βλάσιος», του Ομίλου φίλων του Μοναστηρίου, αλλά και άλλων, γίνεται προσπάθεια για την αναστήλωση και την ανάδειξη της ιστορικής Μονής.


