Λίστα αντικειμένων

Σύμφωνα με πατριαρχικά συνοδικά σιγιλιώδη γράμματα των Οικουμενικών Πατριαρχών Παϊσίου (1741) και Γρηγορίου (1798), το 1348 μ.χ. συναντάμε στο Αίγιο εκκλησία με την ονομασία Φανερωμένη να ανήκει σε μετόχι της Ιεράς Μονής Μεγάλου Σπηλαίου. Το χρυσόβουλο του Αυτοκράτορος Ιωάννου Κατακουζηνού σχετικά με τα μετόχια, τα κτήματα και τα υποστατικά της Ιεράς Μονής Μεγάλου Σπηλαίου σε διάφορες τοποθεσίες μας παραδίδει ότι: « … ἕτερον μετόχιον περί τήν Βοστίτσαν, εἰς ὄνομα τῆς Πανυπεράγνου τιμόμενον Δεσποίνης καί Θεομήτορος, καί ἐπικεκλημένης τῆς Πεφανερωμένης … ἐγένετο ὁ παρών Χρυσόβουλος ΛΟΓΟΣ τῆς βασιλείας μου … ἀπολυθεῖς κατά μήνα Ἀπρίλιον τῆς ἐνεστώσης Ἰνδικτίωνος τοῦ ἐξακισχιλιοστοῦ ὀκτακοσιοστοῦ πεντηκοστοῦ ἕκτου ἔτους … » (6856-5508=1348).
Κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους υπήρχε στο ίδιο μέρος ναός τιμώμενος στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η ανέγερσή του ανάγεται στο έτος 1366, επί βαρόνου της Βοστίτσας Νέριου Ατζαγιώλη, σύμφωνα με οδηγίες του Μητροπολίτη Πατρών Παρθενίου, ο οποίος διορίστηκε Mητροπολίτης κατά παράκληση του Δεσπότη Μανουήλ.
Το παραπάνω φαίνεται από επιγραφή σε μαρμάρινη πλάκα, που υπήρχε, κάποτε, στο υπέρθυρο της εκκλησίας αυτής και διασώθηκε από την Γαλλική Επιστημονική Αποστολή του Μορέα στην έκδοση της «Expension Scientifigue De Moree». Η επιγραφή είχε ως εξής: «Ἀρχιερατεύοντος τοῦ πανιερωτάτου καί λογιωτάτου κυρίου Παρθενίου τῶν Παλαιῶν Πατρών ἀνηγέρθη ὁ πάνσεπτος οὗτος καί θεῖος ναός τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Κοιμήσεως ἐκ βάθρων διά συνδρομῆς καί δαπάνης τῶν τιμιωτάτων ἀρχῶν καί ἐνοριτῶν καί λοιπῶν χριστιανῶν τῆς ταύτης ἐν ἔτει ἀτξς Μαρτίου 1. Ἰησοῦς Χριστός Νικᾶ»
Η εκκλησία αυτή ήταν ρυθμού βασιλικής με πέτρινο καμπαναριό σε μικρή απόσταση από τον κυρίως ναό και χτισμένη στην ίδια θέση με τη σημερινή. Το καμπαναριό αποτελεί σχέδιο του Ρώσου μοναχού B.G. Barsky, όπως αναφέρεται στην ιστορία του Αρίστου Σταυρόπουλου, χωρίς όμως να παρατίθεται το σχεδίασμα. Το 1697 παραχωρήθηκε -στο πλαίσιο ενίσχυσης του μεταναστευτικού ρεύματος, που σημειώθηκε τότε στην βενετοκρατούμενη Πελοπόννησο από την υπόλοιπη Ελλάδα- από τον Μητροπολίτη Πατρών στον Επίσκοπο Σαλώνων, Φιλόθεο. Η εκκλησία αυτή με το καμπαναριό καταστράφηκε κατά τον σεισμό του 1861.
Κατόπιν ανακατασκευάστηκε ξύλινος ναός, βορειότερα του παλαιού ναού, προς την οδό Μητροπόλεως, σύμφωνα με τον περιηγητή Ludwig Salvator, που πέρασε από το Αίγιο το 18762. Η σημερινή μητροπολιτική εκκλησία θεμελιώθηκε το έτος 1899, στην ίδια θέση που ήταν ο παλαιός ναός, σε σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ. Στο ναό εργάσθηκαν κτίστες Ηπειρώτες και εθελοντικά προσέφεραν τις εργασίες τους πολλοί ενορίτες. Αξιοπρόσεκτη είναι η εθελοντική και άνευ αμοιβής προσφορά των «Μαγουλιανιτών» της Ενορίας, που εκτελούσαν τις μεταφορές των ογκολίθων και πωρολίθων από την παραλία στο ναό. Η έλλειψη χρημάτων κατά την εποχή εκείνη είχε ως αποτέλεσμα την ασυνέπεια των επιτρόπων του Ναού ως πρός τις υποχρεώσεις τους στον Αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλερ, ο οποίος αναγκάστηκε να τους αποστείλει πολλές επιστολές, ζητώντας την αμοιβή του.
Το 1914 έγιναν τα εγκαίνια της από τον επίσκοπο Τιμόθεο Αναστασίου. Ο ναός αποτελεί αρχιτεκτονικό μνημείο της πόλης. Η αγιογράφηση του από τον Κωνσταντίνο Φανέλλη, έδωσε αφορμή να χαρακτηριστεί ως «χρῆζον εἰδικῆς προστασίας μνημεῖο σῶζον τοιχογραφίας τοῦ Ἕλληνος ζωγράφου Φανέλλη» με την 29/3.1.1964 απόφαση ΥΠ.Π.Ε. και Ε.Κ. 2/7.1.1964, βάσει του Ν. 5351/1932 «περί αρχαιοτήτων».
Νεότερη αγιογράφηση αποτελούν τα έργα των Σπυρίδωνα Παπανικολάου και Παναγιώτη Οδάμπαση το έτος 1961, του Χρήστου Βουτσά το έτος 1967 και του Αποστόλου Θεοδωρακόπουλου 1986.

Εξωτερικά το πετρόκτιστο αυτό κτίριο χαρακτηρίζεται από τον στενόμακρο οξυκόρυφο τρούλο. Οι τέσσερις πύργοι που οριοθετούν τον ναό, από τους οποίους μόνο οι δυο δυτικοί είναι αποπερατωμένοι και λειτουργούν ως κωδωνοστάσια, τονίζουν την κυβόσχημη δομή του αρχιτεκτονήματος. Η εξωτερική τοιχοδομία του ναού είναι κατασκευασμένη από ορθογωνισμένες κοκκινόχρωμες πέτρες, ανάμεσα στις οποίες παρεμβάλλονται κέραμοι κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Η ανατολική πλευρά με τις τρεις κόγχες μιμείται πρότυπα μεσοβυζαντινής περιόδου. Την περίμετρο της βάσης του ναού περιτρέχει κρηπίδα χαμηλού ύψους από μαρμαρόπετρα.
Στις τέσσερις εξωτερικές πλευρές του κτιρίου, παρατηρούμε εκλεκτικιστικά ανάγλυφα διακοσμητικά μοτίβα από μαλακό υπόλευκο πωρόλιθο και κεράμους, που πολύ αγαπούσε να ενσωματώνει ο Τσίλλερ στους ναούς που σχεδίαζε. Ένα τέτοιο μοτίβο διακρίνουμε στο κυμάτιο που περιτρέχει την απόληξη του τόξου κάθε πύλης του ναού, σε απομίμηση των ψευδοκουφικών κυματίων, που στολίζουν τις εξωτερικές όψεις ναών της μεσοβυζαντινής περιόδου. Η βάση των δίλοβων και τρίλοβων παραθύρων του ναού, φράσσεται από τετράγωνα θωράκια. Κάθε θωράκιο φέρει σε ρηχό ανάγλυφο διαφορετικά διακοσμητικά μοτίβα, αντίγραφα από θωράκια χαμηλών τέμπλων ελλαδικών ναών του 10ου και 11ου αιώνα.
Οι εξωτερικές όψεις του ναού της Φανερωμένης φέρουν και στοιχεία αναγεννησιακά, όπως το κυμάτιο αστραγάλου πάνω από τις αψίδες των λεπτών παραθύρων στη βάση του τρούλου. Οι πέτρες, με της οποίες είναι κατασκευασμένες οι εξωτερικές όψεις του ναού και τα εμβόλιμα στοιχεία, προσδίδουν ένα γενικό χρωματικό τόνο σ’ ολόκληρο το οικοδόμημα, συγγενή με εκείνο των πετρόκτιστων κτιρίων της πόλης.
Στο κέντρο, ο τεράστιος εντυπωσιακός τρούλος, στηρίζεται σε οκτώ ορθογωνιακούς πεσσούς με αντίστοιχα λοφία στη βάση του. Τα αλλεπάλληλα τοξωτά παράθυρα που καταλαμβάνουν όλο το μήκος της στεφάνης του τρούλου επιτρέπουν στο φως να εισέρχεται πλούσιο μέσα στο ναό. Ο Ναός το έτος 1914 ήταν ημιτελής. Εξωτερικά έλειπαν τα τέσσερα κωδωνοστάσια. Ο Ναός, τότε, χρησιμοποιούσε ως κωδωνοστάσιο το ξύλινο του παλαιού Ναού και αργότερα κατασκεύασε προσωρινό επίσης ξύλινο τοποθετημένο επάνω στο Ναό, στην θέση του Β.Δ. κωδωνοστασίου
Το έτος 1924 κατασκευάστηκε μαρμάρινος Άμβωνας ο οποίος αντικατέστησε τον ξύλινο, που είχε μεταφερθεί από τον παλαιό Ναό. Ο Άμβωνας φέρει πλούσιο γλυπτό διάκοσμο με έξεργα και διάτρητα σκαλίσματα με ακανθόφυλλα και σταυρούς. Τα ανοικτά τμήματα μεταξύ των κιόνων κοσμούνται από τις ολόσωμες απεικονίσεις του Χριστού και των τεσσάρων Ευαγγελιστών, έργα του Κωνσταντίνου Φανέλλη. Ο Άμβωνας όπως και τα δύο προσκυνητάρια φέρουν ανάλογο γλυπτό διάκοσμο και κατασκευάστηκαν από τον Τήνιο μαρμαρογλύπτη Δημήτριο Περάκη.
Ο Αρχιεπισκοπικός Θρόνος, ο οποίος μεταφέρθηκε από τον παλαιό Ναό, είναι ανάλογης μεγαλοπρέπειας, θαυμάσιο δείγμα επτανησιακής τέχνης. Φέρει πλούσιο φυτικό διάκοσμο, αποδοσμένο σε εξώγλυφη τεχνική. Είναι υπερυψωμένος σε δύο βαθμίδες και φέρει επίπεδο στέγαστρο και ημισφαιρικό θόλο με διατομή μισού οκταπλεύρου. Στην πλάτη δεσπόζει η εικόνα του Μεγάλου Αρχιερέως Χριστού.
Η αγιογράφηση του τρούλου και της κόγχης της Πλατυτέρας έγινε το 1960 από τον Σπυρίδωνα Παπανικολάου, με μαθητές τον Κωνσταντίνο Καρποντίνη και τον Μιχαήλ Οδάμπαση. Στα έργα της Φανερωμένης, ο Σπυρίδων Παπανικολάου αντιγράφει πρότυπα αρχαϊκής και προπαλαιολόγειας ζωγραφικής, της εποχής των Κομνηνών, του 11ου και 12ου αιώνα.
π. Αθανάσιος Λιακόπουλος– προϊστάμενος
π. Δημήτριος Κατσαούνης
π. Ιωάννης Αμαραντίδης
H διεύθυνση του Ιερού Ναού είναι: Μητροπόλεως & Παναγοπούλου Αίγιο.
Το τηλέφωνο επικοινωνίας του Ιερού Ναού είναι: 26910-22322.


