Λίστα αντικειμένων

Στο πρωτόκολλο καταγραφής των κτημάτων της Ιεράς Μονής, που σώζονται στον κώδικα, στις σελίδες 27 και 86, με ημερομηνία 28 Απριλίου και 3 Μαΐου του 1834, καταχωρούνται τα πιο κάτω υποστατικά. « Εἰς θέσιν Γαλαξιδιώτικα Ἐκκλησία μία, σπίτια τρία, ἑπτά στρέμματα γῆς, περιβόλιον πέριξ τοῦ Μετοχίου…».
Η Εκκλησία κτίσθηκε προ του 1700, όπως αποδεικνύεται από τον Βενετικό χάρτη, στον οποίο και τοποθετείται στο βόρειο μέρος της πόλης, βορειοανατολικά της Φανερωμένης, στη σημερινή της θέση και χωρογραφικά μέσα στα όρια της ενορίας αυτής. Όπως και ο γύρω χώρος από την Φανερωμένη ήταν ακατοίκητος, έτσι και η περιοχή του μετοχίου του Αγίου Ανδρέου, ήταν έρημη από σπίτια, εκτός από τα πιο πάνω αναφερόμενα τρία, δίπλα στην Εκκλησία, προφανώς κελία και βοηθητικά προκτίσματα.
Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με τον Αρίστο Σταυρόπουλο,[1] ο μικρός τότε Ιερός Ναός είχε μετατραπεί σε Τζαμί. Εν τούτοις δεν αποκλείεται να ήταν ενοριακή Εκκλησία[2] από το 1817 με “επίτροπον„ τον καλόγερο Παπα-Άνθιμο, σύμφωνα με «ταπίον», που βρέθηκε στα αρχεία της Μονής Ταξιαρχών [με μωαμεθανική χρονολογία από έτους Εγείρας 1229 (1817 μ.χ.)].
Η σημερινή Εκκλησία χτίστηκε πάνω στην παλιά, στο τέλος του περασμένου αιώνα. Ο σημερινός Ιερός Ναός, σύμφωνα με την παράδοση, φέρεται ότι είναι έργο του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερν. Τσίλλερ, ωστόσο από το σχέδιο που σώζεται, φαίνεται ότι ο Ναός είναι έργο του μηχανικού Θεοδώρου Διαμαντόπουλου και φέρει χρονολογία «Απρίλιος 1893». Σε χαραγμένη επιγραφή στις μαρμάρινες αψίδες, στη νότια και βόρεια πλευρά της Εκκλησίας αναγράφεται η ημερομηνία 1898. Κατά τον Αρίστο Σταυρόπουλο η Εκκλησία αυτή ανακατασκευάστηκε το 1888 από τους επιτρόπους Ηλία Βάβαλη, Παναγή Παπαβασιλείου και Κωνσταντίνο Ν. Καρβέλα και εγκαινιάσθηκε την 01.11.1898 από τον Μακαριστό Μητροπολίτη Πατρών κυρό Δωρόθεο.

Οι εικόνες του τέμπλου έχουν φιλοτεχνηθεί από τον γνωστό αγιογράφο Κωνσταντίνο Φανέλλη και από μοναχούς της Σκήτης της Αγ. Άννης του Αγίου Όρους, ενώ ο Παντοκράτορας Ιησούς Χριστός φιλοτεχνήθηκε δια χειρός του Δημητρίου Κ. Φανέλλη.
Ο Ναός χαρακτηρίστηκε ως κτίριο, που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία, επειδή αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα νεοκλασσικίζουσας Εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής του τέλους του 19ου αιώνα.
Στο ναό φυλάσσονται 29 κειμηλιακές φορητές εικόνες. ΜΕταξύ αυτών η Βαϊοφόρος του Χριστού έργο του Κωνσταντίνου Φανέλλη (1840), Η Βάπτισις του Χριστού του ιδίου (1840), ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ο εξ' Ιωαννίνων (έργο ανεπίγραφο χρονολογημένο το 1843).
Στον Ιερό Ναό φυλάσσονται ως πολύτιμος θησαυρός και τίθενται προς προσκύνησιν και αγιασμόν των πιστών, τεμάχια Ιερών λειψάνων των: 1) Αγίου Νεκταρίου Επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού. 2) Αγίου Λουκά του Ιατρού, Αρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως και Κριμαίας του θαυματουργού. 3) Αγίων Μεγαλομαρτύρων Θεοδώρου του Τήρωνος και Θεοδώρου του Στρατηλάτου. 4) Των Αγίων 14.000 νηπίων των υπό του Ηρώδου αναιρεθέντων.


